Οι πρώτες εμπειρίες του Μαστρανδρέα από τον αθλητισμό

Μιχάλης Μαστρανδρέας ,

Οι πρώτες εμπειρίες του Μαστρανδρέα από τον αθλητισμό άρχισαν από τα παιδικά του χρόνια και το πιγκ πογκ:

«Κάτω από το σπίτι μου είχε ένα ημιυπόγειο όπου λειτουργούσε ένα ελληνικό αθλητικό σωματείο με την ονομασία «Ο Κύκλωπας». Πήγαινα γ΄ δημοτικού και επειδή ήμουν κοντός έπαιζα πιγκ πογκ. Έπαιζα για πολλά χρόνια και ακόμη και σήμερα μου αρέσει αυτό το άθλημα. Μετά ήρθε κάποιος Γεωργιάδης και μας έμαθε βόλεϊ και μπάσκετ. Παίζαμε βόλεϊ στα εγγλέζικα στρατόπεδα. Μια φορά ήταν να κάνω και μια απονομή αλλά κάτι μου έτυχε, δεν πήγα και μου έμειναν τα μετάλλια μέχρι σήμερα. Κάθε Κυριακή παίρναμε τα αυτοκίνητα και πηγαίναμε να παίξουμε. Είχαμε μαζί μας και τον Παρθένιο, που αργότερα έγινε Πατριάρχης Αλεξανδρείας».

Η εμπλοκή του με τα κοινά του ελληνικού αθλητισμού και του βόλεϊ ήρθε μάλλον... ερήμην του, ωστόσο, την κατάλληλη στιγμή, διότι του δόθηκε η ευκαιρία να «ξεχάσει» τη ζωή που άφησε πίσω του στη Λιβύη...

«Ο γαμπρός μου, ο Αλέκος Αποστολίδης ήταν πρόεδρος του μπάσκετ και μου είχε κάνει μια κουβέντα για να εμπλακώ με τα κοινά του βόλεϊ. Ήταν η χρονιά (1970) που το άθλημα αποσχίστηκε από τον ΣΕΓΑΣ και ιδρύθηκε η ΕΟΠΕ με πρώτο πρόεδρο τον Γιώργο Σακελλαριάδη. Ένα μεσημέρι μου χτυπάει την πόρτα ο Θεόδωρος Ανδρεάκος. Δεν τον γνώριζα. Μου συστήθηκε ως Κυβερνητικός Επίτροπος και μου πρότεινε να αναλάβω πρόεδρος της ΕΟΠΕ. Όπως μου είπε, με γνώριζε μέσω του φίλου μου Γιάννη Παπαδάκη που ήταν Αιγυπτιώτης, δεξί χέρι του Ωνάση και διευθυντής της Ολυμπιακής Αεροπορίας τότε. Αρχικά αρνήθηκα γιατί δεν γνώριζα τίποτα από το ελληνικό βόλεϊ. Ο Ανδρεάκος έφυγε, αλλά γύρισε έπειτα από 15 ημέρες και μου είπε τελεσίδικα πως θα είμαι αντιπρόεδρος. Αυτό ήταν...».

Η πρώτη επίσημη διεθνής διοργάνωση που ανέλαβε η ΕΟΠΕ ήταν το Κύπελλο Άνοιξης του 1972 και όπως θυμάται ο Μαστρανδρέας διοργανώθηκε με συνολικό προϋπολογισμό ενός εκατομμυρίου δραχμών και όλες οι αποστολές έμειναν στον Άγιο Κοσμά.

Ύστερα από μια διετία έντονων ζυμώσεων στην πολυτάραχη πολιτική σκηνή της Ελλάδας, αλλά και των εσωτερικών της ΕΟΠΕ, ο Μιχάλης Μαστρανδρέας αναλαμβάνει πρόεδρος της Ομοσπονδίας το 1975, αξίωμα που διατήρησε μέχρι και το 1993 έχοντας γενικό γραμματέα τον  Θανάση Μπελιγράτη.

«Με τον Θανάση γνωρίστηκα το 1972 στο Κύπελλο Άνοιξης. Ήταν διαιτητής τότε, αλλά στις εκλογές του 1975 ήταν ο πρώτος και καλύτερος που μου συμπαραστάθηκε και έγινε γ.γ. της ΕΟΠΕ. Δεκαοκτώ χρόνια είχαμε άριστη συνεργασία και καταφέραμε να οδηγήσουμε το βόλεϊ αλλά και το μπιτς βόλεϊ σε πολύ υψηλά επίπεδα».

Κορυφαία στιγμή στην αθλητική καριέρα του ήταν η είσοδός του στο Δ.Σ. της Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων το 1977, αλλά και η τοποθέτηση του ως αρχηγού της Ελληνικής Ολυμπιακής Αποστολής στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 1984.

Το 1986 έγινε μέλος της Διεθνούς ομοσπονδίας (FIVB) και έφτασε στη θέση του αντιπροέδρου μέχρι και το 1995. Στην Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία (CEV) μπήκε πρώτη φορά το 1976 και έφτασε μέχρι και τον προεδρικό θώκο την περίοδο 1993-94. Εκτός του ότι ήταν ο μοναδικός Έλληνας που ανέλαβε την προεδρία της CEV ήταν ο άνθρωπος που άνοιξε την πόρτα και σε άλλους Έλληνες παράγοντες να μπουν στις Επιτροπές και να ανεβούν τα αξιώματα της FIVB και της CEV.

Ένα από τα σημαντικότερα εγχειρήματα που ανέλαβε ο Μιχάλης Μαστρανδρέας με εντολή της τότε Υπουργού Πολιτισμού Μελίνας Μερκούρη και έβγαλε εις πέρας με επιτυχία, ήταν η θέση του Γενικού Γραμματέα των Μεσογειακών Αγώνων της Αθήνας το 1991 και μάλιστα αμισθί.

Η ρήξη του με τον πρόεδρο της FIVB, Ρούμπεν Ακόστα, στα μέσα της δεκαετίας του ΄90 ήταν καταλυτική. Στο συνέδριο της FIVB που έγινε το 1994 στην Αθήνα - στο περιθώριο του Παγκοσμίου πρωταθλήματος ανδρών - μετά από έντονο παρασκήνιο, ο Μαστρανδρέας, αν και δεν είχε τη στήριξη της ελληνικής αθλητικής ηγεσίας, αλλά και του ίδιου του Ακόστα, εκλέγεται ως μέλος της Διεθνούς Ομοσπονδίας με ποσοστό 65% λαμβάνοντας ψήφους από τους Αφρικανούς, τους Αραβόφωνους και τους Ευρωπαίους που δεν ανήκαν στο λεγόμενο γερμανικό λόμπι.

«Μέχρι σήμερα δεν κατάλαβα γιατί έγιναν όλα αυτά. Γνώρισα τον Ακόστα το 1976 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ. Ήμουν πολύ φίλος και με τη σύζυγό του τη Μαλού και από το 1984 στο Λος Άντζελες που ανέλαβε ο Ακόστα την προεδρία της FIVB είχαμε άριστη συνεργασία. Για μένα ήταν ο ικανότερος πρόεδρος όλων των διεθνών Ομοσπονδιών. Φαίνεται, όμως, πως τα «καρφιά» στενών συνεργατών του που δεν με ήθελαν πρόεδρο στη CEV, αλλά και η πίεση Ελλήνων υπουργών για να μην εκλεγώ, έπαιξαν ρόλο. Αν και ως αντιπρόεδρος της FIVB μπορούσα να επανεκλεγώ αυτόματα, πήρα 65%. Ήταν μια δικαίωση για μένα και ράπισμα σε όσους εχθρεύονταν την Ελλάδα στο πρόσωπό μου. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως όταν βγήκα πρόεδρος της CEV, αντικαθιστώντας τον Ντε Μπρούιν το 1993, ενόχλησε πολλούς και κυρίως αυτούς που ήθελαν να αποκτήσουν τον έλεγχο στη CEV και θεωρούσαν κακό ότι ως Ελλάδα κάναμε κουμάντο. Είχα βάλει έξι Έλληνες στις Επιτροπές της CEV και ντρεπόμουν να βάλω και έβδομο. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως σήμερα έχουν το κουμάντο Γερμανοί, Βέλγοι και Ολλανδοί, αλλά και ο Μπελιγράτης έκανε ότι μπορούσε για να προωθήσει τα ελληνικά συμφέροντα και έχει σημαντική δύναμη».

Ο Μαστρανδρέας δηλώνει ικανοποιημένος γιατί στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 ο Ρούμπεν Ακόστα τον τίμησε ιδιαίτερα δείχνοντάς του έμμεσα ότι παραδέχτηκε τα λάθη του παρελθόντος: «Ξαφνιάστηκα όταν ενημερώθηκα πως η FIVB στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας με είχε συμπεριλάβει μεταξύ των VIP. Για μένα ήταν μεγάλη τιμή. Τους ευχαρίστησα και τους ευχαριστώ και δεν κρατάω κακίες σε κανέναν».

ΥΓ1: Αντίο «Μάικ». Θα σε θυμόμαστε και θα σε τιμούμε για πάντα.

ΠΗΓΗ: ΚΩΣΤΑΣ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
gazzetta.gr

Σχετικά Άρθρα